Τρίτη, Οκτωβρίου 19, 2010

Μια συζήτηση στη φυλακή με τον δικτάτορα


Και εγκώμιά του για τον Αλ. Παναγούλη

Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΒΟΤΣΗ

Μετά την 21η Απριλίου 1967 το δικαίωμα να υπάρξεις ως πολίτης ήταν αντίσταση

ΠΕΡ. ΚΟΡΟΒΕΣΗΣ «Ανθρωποφύλακες»

Παραμονή Χριστουγέννων 1992. Μεσημέρι με χιονόνερο. Συνωστισμός για επισκεπτήριο στην πύλη των φυλακών Κορυδαλλού. Ούτε ένας για δείγμα στην είσοδο της πτέρυγας, όπου κρατούνταν οι εναπομείναντες τέσσερις από τους απριλιανούς πραξικοπηματίες. Οι άλλοι ισοβίτες είχαν ήδη αποφυλακιστεί, ένας-ένας αθόρυβα, την τελευταία πενταετία, τάχα με «ανήκεστο» - τη γνωστή φάμπρικα.

Χτύπησα το κουδούνι. Μου άνοιξε ένας ένστολος μυστακοφόρος.

«Τι θέλετε;»

«Να επισκεφθώ τον κ. Γ. Παπαδόπουλο».

«Σας περιμένει ο κ. πρόεδρος;». Ωπα...

«Ναι. Με περιμένει ο κ. Παπαδόπουλος».

Μου ζήτησε τ' όνομά μου, που δεν του 'λεγε τίποτα. Επιβεβαίωσε τηλεφωνικά ότι με περιμένει «ο κ. πρόεδρος» και φώναξε έναν ποινικό κρατούμενο για τα θελήματα να με συνοδεύσει. Ούτε ποιος είμαι ούτε τι θέλω ούτε σωματική έρευνα.

Με τέτοια μέτρα ασφαλείας κρατούνταν οι ισοβίτες δικτάτορες. Αδιανόητο μου φάνηκε. Αλλά μήπως δεν ήταν σκέτος παραλογισμός να βρίσκομαι εγώ εκεί;

Στόχος μου ήταν να πείσω τον Παπαδόπουλο να μου δώσει συνέντευξη. Βαθύτερο κίνητρο η έντονη περιέργειά μου να γνωρίσω από κοντά τον οργανωτή και ηγέτη του πραξικοπήματος, τον πανίσχυρο δικτάτορα, που κυβέρνησε επί έξι χρόνια τούτον τον έρμο τόπο με ποικίλους τίτλους - πρωθυπουργός, αντιβασιλεύς, πρόεδρος της Δημοκρατίας.

Τον πρώτο χρόνο της δικτατορίας στην παρανομία, τα υπόλοιπα σε αναγκαστική υπερωρία, με ερήμην καταδίκες, είχα πολύ αμυδρή εικόνα για τα πρωτοπαλλήκαρα του στρατοκρατικού καθεστώτος.

Διαπιστευτήριά μου για να με δεχθεί ο Παπαδόπουλος ήταν, προφανώς, η προκλητική αρθρογραφία μου στην «Ε» (15-5-89, 7-1-91 κ.ά.) όπου πρότεινα να αποφυλακιστούν (και) οι χουντικοί, γιατί «15 χρόνια στη φυλακή είναι πολλά» ακόμη και για δικτάτορες. Να αποφυλακιστούν όχι προνομιακά -όπως έζησαν ως κρατούμενοι. Με νομοθετική ρύθμιση ότι τα ισόβια είναι 20 χρόνια για όλους ανεξαιρέτως τους ισοβίτες- με αυτόματη αποφυλάκιση μετά την έκτιση των δύο τρίτων της ποινής.

Η πρότασή μου (την επανέλαβε και ο αλησμόνητος Ανδρέας Λεντάκης) σε προσυνεννόηση και με φίλους μου αντιστασιακούς, χωρίς εισαγωγικά, αντιπαρέθετε -όπως έγραφα τότε- μία «ευθεία, έντιμη και υπεύθυνη πολιτική τοποθέτηση» στο άθλιο παρασκηνιακό παζάρι και τη σκοτεινή συναλλαγή των χουντικών με τις τότε κυβερνήσεις. Και προβοκάριζε, με ρίσκο, το διάχυτο κλίμα υποκρισίας και μυθοπλασίας για τη δικτατορία και την αντίσταση, που κυριάρχησε μετά τη μεταπολίτευση ώς σήμερα, 40 χρόνια από το απριλιανό πραξικόπημα.

Με περίμενε στο τέρμα ενός απέραντου μισοσκότεινου διαδρόμου με άδεια κελιά κι από τις δυο πλευρές. Σ' όλη τη διαδρομή ώς τον πάνω όροφο πουθενά δεσμοφύλακας.

Ορθιος, τα πόδια σε διάσταση, τα χέρια πίσω. Μικρόσωμος, όπως όλοι σχεδόν οι τύραννοι της Ιστορίας - και δεν πρέπει να 'ναι σύμπτωση. Αδυνατισμένος. Πρόσωπο διάστικτο από πανάδες λεύκης. Φορούσε κάτι μεταξύ σακακιού και αμπέχονου. Το όλον θλιβερό...

Μου έτεινε χαμογελαστός το χέρι.

«Περάστε στη... σουίτα μου».

Δύο διαδοχικά κελιά, χωρίς μεσόπορτα. Εβγαλα το μπουφάν μου κι αισθάνθηκα την ανάγκη να ξεκαθαρίσω τη θέση μου μόλις καθήσαμε αντικριστά σ' ένα τραπέζι - γραφείο.

«Ούτε κρυφές κάμερες ούτε μαγνητόφωνο ούτε καν μολύβι. Με ανοιχτά χαρτιά παίζω πάντοτε ως δημοσιογράφος. Σας λένε Γιώργο, όπως και μένα. Είχατε πατέρα δάσκαλο, όπως κι εγώ. Αυτά είναι, νομίζω, τα μόνα κοινά μας στοιχεία. Είμαι αριστερός από τα γεννοφάσκια μου και πολέμησα το καθεστώς σας με όλες μου τις δυνάμεις. Χάος μας χώριζε και μας χωρίζει. Αγεφύρωτο...».

Χαμογέλασε.

«Μην είσαστε τόσο βέβαιος. Στον πόλεμο είχα επιλέξει ασυρματιστή κομμουνιστή. Σ' αυτόν είχα εμπιστοσύνη».

«Αλλά, όσο είχατε την εξουσία, όσοι αντιστάθηκαν στη δικτατορία και κατ' εξοχήν οι κομμουνιστές δεινοπάθησαν με φυλακές, εξορίες, διώξεις, βασανιστήρια...».

«Στοιχειώδης άμυνα του καθεστώτος ήταν οι διώξεις των ελαχίστων αντιφρονούντων. Τα περί βασανιστηρίων είναι προπαγανδιστική υπερβολή. Πείτε μου έναν έστω, που βασανίστηκε από εμένα...».

«Το 'χετε ξαναπεί αυτό, αλλά δεν είναι πειστικό. Αλλοι και πολλοί δυστυχώς έκαναν τη βρώμικη δουλειά. Πολλοί φίλοι μου έχουν ακόμη σημαδεμένα τα κορμιά τους από κτηνώδη βασανιστήρια. Γι' αυτά, άλλωστε, εκδιώχθηκε η χώρα μας από το Συμβούλιο της Ευρώπης».

«Δ εν είμαι Πινοσέτ. Η Εθνική Επανάστασις έσωσε την Ελλάδα από την παραλυσία ενός διεφθαρμένου πολιτικού συστήματος και πρωτίστως από το Σιδηρούν Παραπέτασμα...».

«Για όνομα του Θεού! Το 1967; Με δεδομένη την αμερικανική επικυριαρχία, που επιβεβαιώθηκε και με τη στήριξη της δικτατορίας;».

Σαν να μη μ' άκουσε, συνέχισε με χαμηλό τόνο και περιέργως στρωτά ελληνικά - ξένα προς την από μικροφώνου παραληρηματική του αρλουμπολογία.

«Η Επανάστασις υπήρξε λαοπρόβλητος. Και αναίμακτος...».

«Και το μακελειό με την εξέγερση στο Πολυτεχνείο;».

«Το Πολυτεχνείο, όπως το λέτε, χρησιμοποιήθηκε για να ανακόψει την πολιτικοποίησιν του καθεστώτος και την πορείαν προς μία υγιά κοινοβουλευτικήν δημοκρατία».

«Από τον ώς τότε "κολλητό" σας; Τον Ιωαννίδη, που σας ανέτρεψε;».

«Παρακαλώ, ουδεμία συζήτησις γι' αυτόν».

«Είσαστε, λοιπόν, αμετανόητος. Δεν παραδέχεστε ότι κάνατε λάθη;».

«Μόνον οι ηλίθιοι πιστεύουν ότι δεν κάνουν λάθη».

«Γιατί δεν υποβάλλετε ευθέως αίτηση χάριτος και προτιμάτε τα παρασκηνιακά παζάρια, προχθές με τον Κουτσόγιωργα και ώς χθες με τον Μητσοτάκη;».

«Εγώ με κανένα δεν παζαρεύω. Και ουδείς άλλος για λογαριασμό μου. Ζητώ πολιτικήν αμνηστίαν, την οποίαν εγώ πλειστάκις χορήγησα στους πολιτικούς αντιπάλους μου. Αλλά δεν έχουν γενναιότητα. Δεν τολμούν να με αφήσουν ελεύθερο».

«Δεν τολμούν; Φοβούνται λέτε την επιρροή σας στον λαό; Από το πείραμα με την ΕΠΕΝ μάλλον πρέπει να έχετε αποκαρδιωθεί».

«Φοβούνται γιατί τότε θα ανοίξω το στόμα μου. Και πολλοί στην πολιτική σκηνή δεν θα ξέρουν πού να κρυφτούν».

«Γιατί όχι μια αίτηση χάριτος, λοιπόν;».

«Ακούστε: Για τον Αλέξανδρο Παναγούλη, γενναίο παλληκάρι, που πράγματι αντιστάθηκε, άλλαξα εγώ τον νόμο, ώστε το υπουργείο αυτεπαγγέλτως να κινεί τη διαδικασία απονομής χάριτος χωρίς αίτηση. Η δημοκρατία σας δεν έχει τη μεγαθυμία ενός δικτάτορος, όπως με αποκαλείτε;».

Π ριν μου υποσχεθεί την πρώτη συνέντευξη εάν αποφυλακιζόταν, που δεν το θεωρούσε πιθανόν, θυμήθηκε μια «παρακαταθήκη του αειμνήστου πατρός» του:

«Οι άνθρωποι είναι αχάριστοι. Τόσο, που αν η αχαριστία άφηνε σημάδια σαν την ευλογιά, γύρω μας θα βλέπαμε συνεχώς βλογιοκομμένους. Αυτή την αχαριστία τη βιώνω επί 18 συναπτά έτη. Θα προτιμούσα να με είχαν εκτελέσει στην πλατεία Συντάγματος το 1974...».

Αποχαιρετώντας τον τον ερώτησα αν κρατάει σημειώσεις για να φωτίσει κάποτε με μια γραπτή μαρτυρία του εκείνη τη σκοτεινή ιστορική περίοδο που βρέθηκε πρωταγωνιστής.

«Τα κρατάω όλα εδώ», είπε δείχνοντας το κεφάλι του.

Επτά χρόνια αργότερα άφηνε κρατούμενος την τελευταία του πνοή. Συνεπής στις δικές του αρχές, που τηρούσε μέσα στην παράνοια κάθε εξουσιομανούς.

Επαληθεύτηκε, έτσι, η ρήση του Κων. Καραμανλή «και όταν λέμε ισόβια εννοούμε ισόβια».

Σε μια παγκόσμια ίσως πρωτοτυπία για δικτάτορες...


ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 23/04/2007

Δεν υπάρχουν σχόλια: