Τετάρτη, Οκτωβρίου 20, 2010

Αδύναμος κρίκος η Αμερική: Νέα «σύννεφα» πάνω από την παγκόσμια οικονομία σκιάζουν την ελληνική οικονομία

Του Άκη Χαραλαμπίδη
epikaira.gr
Σε Ουάσιγκτον και Wall Street επανήλθε ο φόβος νέας ύφεσης και πιο πρόσφατα ο φόβος μιας χαμένης δεκαετίας, όπως συνέβη στην Ιαπωνία τη δεκαετία του ’90.
Σε δυσμενέστερο διεθνές οικονομικό περιβάλλον θα κινηθεί το δεύτερο εξάμηνο του 2010 η ελληνική οικονομία, που ήδη ασφυκτιά υπό την αύξηση του αριθμού των «λουκέτων» μικρών επιχειρήσεων και την εκτίναξη της ανεργίας, εξέλιξη που θα κάνει περισσότερο περίπλοκη την προσπάθεια αναχαίτισης του δημοσιονομικού ελλείμματος και κυρίως της βαθιάς ύφεσης. Οι απαισιόδοξες προβλέψεις που έγιναν την περασμένη εβδομάδα από την Ομοσπονδιακή Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed), σε συνδυασμό με τη συνεχιζόμενη συγκρατημένη επιβράδυνση της κινεζικής οικονομίας, δεν αφήνουν αμφιβολία ότι τους επόμενους μήνες θα υπάρξει νέα εξασθένιση της οικονομίας και της Ευρωζώνης, από την οποία επηρεάζεται βέβαια καθοριστικά η πορεία της οικονομικής δραστηριότητας και στην Ελλάδα. Το μήνυμα ότι έρχεται νέα φάση αστάθειας της παγκόσμιας οικονομίας έστειλαν, άλλωστε, με το δικό τους τρόπο και οι αγορές, που έσπευσαν να αγοράσουν τα θεωρούμενα ως «ασφαλή» κρατικά ομόλογα, όπως τα γερμανικά και τα αμερικανικά, ωθώντας τις αποδόσεις τους σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα-ρεκόρ.

Ο αδύναμος κρίκος

Κατά μία τραγική ειρωνεία, ως πλέον ευάλωτος κρίκος εμφανίζεται η αμερικανική οικονομία, την οποία οι περισσότεροι αναλυτές του αγγλοσαξωνικού Τύπου εκθείαζαν μέχρι πριν από λίγους μήνες για την ικανότητά της να ξεφύγει από την ύφεση, προεξοφλώντας ότι θα αναπτυχθεί με σχετικά υψηλούς ρυθμούς και φέτος και το 2011. Σε αυτή, μάλιστα, την εκτίμηση καθώς και στα προβλήματα υψηλού χρέους στην Ευρωζώνη στήριζαν και όλη τη θεωρία τους για την περαιτέρω εξασθένιση του ευρώ, οποίο στις αρχές Μαΐου υποχώρησε κάτω απ’ το επίπεδο των 1,20 δολαρίων. Έπεσαν, όμως, πολύ έξω στις προβλέψεις τους, διότι η αμερικανική οικονομία, από την οποία –να μην το ξεχνάμε– προήλθε η μεγάλη κρίση, μέσα από τα μεγάλα «παιχνίδια» των επενδυτικών τραπεζών της, φαίνεται ότι δεν μπορεί να ξεπεράσει εύκολα το σοκ που υπέστη. Η ανάκαμψη το τελευταίο 12μηνο ήταν με δεκανίκια, καθώς προήλθε αποκλειστικά και μόνο από τα εκτεταμένα δημοσιονομικά προγράμματα στήριξης που εκπόνησε το υπουργείο Οικονομικών (Treasury), με τη μορφή φορολογικών εκπτώσεων για την αγορά κυρίως ακινήτων και αυτοκινήτων, αλλά και τη χωρίς προηγούμενο εκτύπωση χρήματος από τη Fed για την παροχή ρευστότητας. Η Fed μείωσε το επιτόκιο κοντά στο μηδέν και προχώρησε στην πολιτική της λεγόμενης «ποσοτικής χαλάρωσης», αγοράζοντας υποβαθμισμένα τραπεζικά ομόλογα και ομόλογα που εξέδιδε το αμερικανικό Δημόσιο. Μόλις, όμως, ολοκληρώθηκε ο χρόνος ισχύος για τα δημοσιονομικά μέτρα της κυβέρνησης Ομπάμα –εξαιτίας των οποίων οι ΗΠΑ έχουν δημοσιονομικό έλλειμμα 11% του ΑΕΠ (Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος) και δημόσιο χρέος κοντά στο 100% του ΑΕΠ, που είναι από τα υψηλότερα στον κόσμο–, αποδείχτηκε ότι η μεγαλύτερη οικονομία δεν είχε δικές της δυνάμεις για να κρατήσουν ζωντανή την ανάπτυξη. Αποδείχτηκε ότι οι Αμερικανοί καταναλωτές είναι πολύ φοβισμένοι για το μέλλον τους, ώστε να αρχίσουν και πάλι να ξοδεύουν όπως στο παρελθόν, με αποτέλεσμα οι πωλήσεις των καταστημάτων και των επιχειρήσεων να κινούνται μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας.
Περαιτέρω συνέπεια ήταν η διάψευση των προσδοκιών για σχετικά ταχεία αύξηση των θέσεων απασχόλησης για την απορρόφηση των 8,4 εκατομμυρίων πολιτών που έμειναν άνεργοι τη διετία 2008-2009. Οι νέες θέσεις απασχόλησης από την αρχή του χρόνου δεν ξεπέρασαν τις 500.000 και το χειρότερο είναι ότι ακόμη κι αυτή η χαμηλή δυναμική εξασθένισε τους τελευταίους μήνες.
Τη νέα πραγματικότητα αναγνώρισε και επίσημα την περασμένη εβδομάδα η Fed, όταν μετά τη συνεδρίασή της ανακοίνωσε ότι υπάρχουν σημαντικές αδυναμίες στην αμερικανική οικονομία που οδηγούν σε εξασθένιση του ρυθμού ανάπτυξής της. Οι βασικές αδυναμίες, σύμφωνα με τη Fed, είναι ότι η αγορά ακινήτων επανήλθε σε ύφεση μετά το πέρας του Προγράμματος Στήριξης και ότι η αγορά εργασίας παραμένει νωχελική όσο η κατανάλωση είναι υποτονική. Η αντίδραση του κ. Μπεν Μπερνάνκι, του προέδρου της Fed, ήταν να αλλάξει ουσιαστικά την κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής της Κεντρικής Τράπεζας. Από το σχεδιασμό της απόσυρσης των μέτρων ρευστότητας, στην οποία είχε αναφερθεί πριν από δύο μήνες η Fed, ο κ. Μπερνάνκι εξήγγειλε τη συνέχιση της χαλαρής νομισματικής πολιτικής. Ειδικότερα, η πολιτική των μηδενικών επιτοκίων θα διατηρηθεί για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα και, παράλληλα, η Κεντρική Τράπεζα θα αγοράσει κι άλλα μακροχρόνια ομόλογα του αμερικανικού Δημοσίου, με τα κεφάλαια που θα αποκτά από τη λήξη άλλων ομολόγων που έχει στο χαρτοφυλάκιό της. Με τον τρόπο αυτό, η Fed θα κρατήσει το υπόλοιπο των ομολόγων στο χαρτοφυλάκιό της στο επίπεδο-ρεκόρ των 2,3 τρις δολαρίων. Με την πολιτική αυτή, ωστόσο, δεν θα υπάρξει ώθηση στην ανάπτυξη, καθώς το επίπεδο της ρευστότητας που έχει χορηγήσει η Fed θα διατηρηθεί στα ίδια επίπεδα.
Εξαιρετικά αμφίβολο, όμως, είναι αν υπάρχουν κι άλλα δημοσιονομικά περιθώρια για να δοθεί νέα τεχνητή ώθηση στην ανάπτυξη, δεδομένων των περιορισμών που αναφέρθηκαν, δηλαδή του πολύ υψηλού χρέους και δημοσιονομικού ελλείμματος. Το δημοσιονομικό πρόβλημα της Αμερικής επιδεινώνεται και από την εμφάνιση υψηλών δημοσιονομικών ελλειμμάτων σε επίπεδο Πολιτειών, τα οποία καλείται πλέον να καλύψει η ομοσπονδιακή κυβέρνηση. Την περασμένη εβδομάδα, το Κογκρέσο ενέκρινε τη χορήγηση βοήθειας ύψους 26 δις δολαρίων σε Πολιτείες που δεν είχαν χρήματα για να καλύψουν τις δαπάνες μισθοδοσίας των υπαλλήλων τους. Αποδεικνύεται, επομένως, ότι το δημοσιονομικό πρόβλημα είναι συνολικά μεγαλύτερο στην Αμερική σε σχέση με την Ευρωζώνη. Η έκταση του προβλήματος φαίνεται και απ’ το ότι η γνωστή εταιρεία αξιολόγησης του χρέους, η Moody’s, προειδοποίησε την Ουάσιγκτον και τον υπουργό Οικονομικών κ. Τιμ Γκάιτνερ ότι θα προχωρήσει σε μείωση της βαθμολογίας των αμερικανικών ομολόγων, αν δεν ληφθούν μέτρα για σταδιακή μείωση του ελλείμματος.
Κατόπιν τούτων, η συζήτηση στην Ουάσιγκτον και τη Wall Street γύρισε και πάλι στο φόβο νέας ύφεσης και, πιο πρόσφατα, στο φόβο μιας χαμένης δεκαετίας, όπως συνέβη στην Ιαπωνία τη δεκαετία του ’90, η οικονομία της οποίας δοκιμάστηκε από επίμονο αποπληθωρισμό και ύφεση. Η οικονομία της Ιαπωνίας δοκιμάστηκε από το σπάσιμο της «φούσκας» των τιμών των ακινήτων, ενώ αντίστοιχο κίνδυνο διατρέχει τώρα και η αμερικανική οικονομία, η οποία θα πρέπει επίσης να περιορίσει και το πολύ υψηλό χρέος της.

Δεν υπάρχουν σχόλια: