|
Συντάχθηκε απο τον/την Απόστολος Παπακωνσταντίνου | |
Τρίτη, 31 Μάρτιος 2009 10:25 | |
Σε μια περίοδο σοβαρής οικονομικής κρίσης, σε παγκόσμιο, μάλιστα, επίπεδο, όπως αυτή που διερχόμαστε, το χειρότερο που θα μπορούσε να συμβεί σε μια χώρα είναι η απώλεια της πολιτικής αξιοπιστίας της Κυβέρνησής της και, συνακόλουθα, η απουσία πολιτικής σταθερότητας. Πολύ δε περισσότερο αυτό ισχύει όταν η χώρα ταλανίζεται, όπως η δική μας, εδώ και αρκετά χρόνια, από γενικότερη θεσμική, πολιτική και οικονομική κρίση. Πρόκειται για τις πτυχές ενός σύνθετου και πολύπλοκου παθολογικού φαινομένου, για την υπέρβαση του οποίου απαιτούνται ρηξικέλευθες τομές και ρήξεις σε όλους τους τομείς. Από την άποψη αυτή, οι πρόσφατες εξαγγελίες του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών για την επιβολή νέου πρόσθετου φόρου επί των εισοδημάτων που αποκτήθηκαν το έτος 2007 –που όχι άδικα χαρακτηρίσθηκε «κεφαλικός»- έρχονται στη χειρότερη συγκυρία τόσο για την Κυβέρνηση όσο και, συνολικότερα, για τη χώρα. Αυτό συμβαίνει όχι τόσο λόγω της εξόφθαλμης αναποτελεσματικότητας του μέτρου όσο, κυρίως, λόγω της αντισυνταγματικότητάς του. Εξηγούμαι: Ο φόρος αυτός είναι εν πρώτοις αμφίβολο αν εναρμονίζεται με τον κανόνα της απαγόρευσης της αναδρομικότητας που προβλέπεται στο άρθρο 78 παρ. 2 του Συντάγματος. Πέραν τούτου, είναι σαφές ότι η επιβολή του φόρου αυτού προσβάλλει τις συνταγματικές αρχές της αναλογικότητας και της προστατευόμενης εμπιστοσύνης του φορολογουμένου, καθώς και το δικαίωμά του στην περιουσία (άρθρα 5 παρ. 1 του Συντάγματος και 1 Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως Δικαιωμάτων του Ανθρώπου), αφού ανατρέπει, ανενδοίαστα έως και προκλητικά, την εύλογη προσδοκία του πολίτη ότι δεν πρόκειται να επαναφορολογηθεί για τα ίδια εισοδήματα και, μάλιστα, για τρίτη φορά (40% επί του εισοδήματος του έτους 2007, διαδικασία περαίωσης και, τώρα, «κεφαλικός φόρος»). Σημειωτέον ότι ο τελικός συντελεστής φορολόγησης των εισοδημάτων αυτών υπερβαίνει κατά πολύ το 50%. Είναι, επιπλέον, καινοφανές ότι η φορολόγηση επιβάλλεται εν προκειμένω επί του ακαθάριστου εισοδήματος του φορολογουμένου (!). Τέλος, η κλιμάκωση (ορθότερα, απουσία κλιμάκωσης) του φόρου αυτού, ιδίως για τα εισοδήματα άνω των 150.000 ευρώ (όλοι πληρώνουν 5.000 ευρώ), αντίκειται ευθέως στην αρχή της φορολογικής δικαιοσύνης (άρθρο 4 παρ. 5 του Συντάγματος). Πολύ δε περισσότερο τούτο ισχύει, ενόψει της εξαίρεσης των νομικών προσώπων (εταιρειών) από τη σχετική φορολογική υποχρέωση. Θα μπορούσε ίσως να αναρωτηθεί κανείς αν η παρούσα οικονομική κρίση «δικαιολογεί» το μέτρο αυτό. Η απάντηση δεν μπορεί παρά να είναι κατηγορηματικά αρνητική: Απόκλιση από το Σύνταγμα είναι, σε κάθε περίπτωση, ανεπίτρεπτη. Εξάλλου, η συνολική απόδοση του «κεφαλικού φόρου» θα είναι, συγκριτικά, απειροελάχιστη. Το τελικό ερώτημα καθίσταται, έτσι, επιτακτικό και αμείλικτο: Έχει απομείνει άραγε ελάχιστη σοβαρότητα στους κυβερνώντες; *Το κείμενο δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ» της 29ης Μαρτίου 2009 **Συνταγματολόγος – Δικηγόρος ( apapaconstantinou.law@gmail.com ) |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου